Δεν θέλουμε ένα εθνικιστικό κίνημα όπου οι πολίτες θα αδιαφορούν η θα το παρακολουθούν έντρομοι
Και όταν δεν αδιαφορούν να το χρησιμοποιούν σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
Θέλουμε ένα εθνικιστικό κίνημα όπου οι πολίτες θα το θαυμάζουν, θα συμμετέχουν, θα δημιουργούν και θα οραματίζονται ένα καλύτερο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΥΡΙΟ μαζί μας

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ: «Περί των κοινωνικών ιδεών του, ακροθιγής αναφορά και επέκταση»


Η Εθνικιστική αφίσα του ΕΝΕΚ
που καλούσε τους Έλληνες να τιμήσουν
τον Ιωνα Δραγούμη

               Ο Ίων Δραγούμης υπήρξε πολιτικός στοχαστής και εθνικός αγωνιστής. Μεγάλη μορφή της ελληνικής ιστορίας, την οποία προσπάθησε να αφήσει στη λησμονιά η – δυστυχώς ατελείωτη – πολιτική μικρότητα. Διότι ο Ίων συμβόλιζε και συμβολίζει αυτό που οι άνθρωποι του λεγόμενου συστήματος φοβούνταν και φοβούνται: την ελληνοκεντρικότητά του, την ελληνολατρεία του, την ελληνοπρέπειά του, την αγωνία του και τον αγώνα του για Ελλάδα ελεύθερη, ανεξάρτητη, δυνατή και δίκαιη για το λαό της ˙ τις συγκεκριμένες και υλοποιήσιμες πολιτικές του προτάσεις μέσω των οποίων προβάλλεται ο ελληνικός κοινοτισμός ως κιβωτός σωτηρίας και ανάπτυξης του Έθνους ˙ τις οικονομικές του προσεγγίσεις όπου απέναντι στη σαθρή στη βάση και αμφίβολη στο εποικοδόμημα «πάλη των τάξεων» αντιπροτάσσει την κοινωνική συνεργασία των δυνάμεων του Έθνους και την κοινωνική αλληούμηλεγγύη ˙ την αηδία του απέναντι στην πολιτική σαπίλα και την κατάπτυστη συναλλαγή βουλευτών και ψηφοφόρων ˙ την αγάπη του για τον εθνικό κορμό – απελευθερωμένο ή μη – και κυρίως την λατρεία του για την αιώνια ελληνική γη της Μακεδονίας ˙ την προοδευτικότητά του και τον κοινωνισμό του, δηλαδή την εξακόντιση του ελληνικού Έθνους στο μέλλον χάρη στην εθνική συνέχεια παρελθόντος , παρόντος και μέλλοντος και τη νέα δημιουργία ˙ με δυο λόγια: θέλουν να τον λησμονήσουμε για τον εθνικισμό του.

               Ο Ίων γεννήθηκε στην Αθήνα το 1878 και δολοφονήθηκε 42 χρόνια μετά, από το τάγμα του Γύπαρη. Μέσα στα λίγα χρόνια της ζωής του πρόσφερε μεγάλο και ποιοτικό έργο, το οποίο πάντα θα συνοδεύει την μνήμη του και θα εμπνέει. Ανέπτυξε πολιτικές απόψεις οι οποίες άντεξαν, αντέχουν και εκτιμάται ότι θα αντέχουν στον χρόνο, έκανε φιλοσοφικές προσεγγίσεις, οικονομικές θεωρήσεις, κοινωνιολογικές μελέτες, γλωσσικές τοποθετήσεις, δημοσιολογικές προτάσεις, πολιτιστικές επεκτάσεις. Όλα αυτά σε μια εποχή που τα εθνικά ιδεώδη συνέγειραν τις ψυχές των Ελλήνων και η Μεγάλη Ιδέα εθεωρείτο αυτονόητο καθήκον απελευθερώσεως όλων των αλυτρώτων Ελλήνων ενώ οι υπέρτεροι σκοποί τού κοινού καλού για το Έθνος και τον λαό υπερίσχυαν της ατομολατρείας, του ωχαδερφισμού και κάθε μορφής διεθνισμού. Η ελληνική λαϊκή ψυχή, σε αδιάσπαστη συνέχεια στους αιώνες, ευρισκόμενη σε έξαρση, λειτουργούσε ως σταθερό κρηπίδωμα του Ελληνισμού. Το – τότε – «νεοελληνικό κράτος», πάσχιζε να μην περιοριστεί στο ασφυκτικό πλαίσιο που είχαν ορίσει ξένες δυνάμεις. Όμως είχε κάνει αισθητή την παρουσία του ο σκληρός κομματισμός, ο οποίος συχνά εγκλώβιζε πατριώτες που λειτουργούσαν – γνωρίζοντάς το ή όχι – υπέρ συμφερόντων ξένων δυνάμεων, ρίχνοντας νερό στον μύλο τού εθνικού διχασμού και απομακρύνοντας τον μεγάλο στόχο για ένωση τού γένους σε ένα δυνατό εθνικό κράτος. Όλα αυτά την στιγμή που η Βουλγαρία απειλούσε ευθέως και εμπράκτως και ο Πανσλαβιστικός κίνδυνος ήταν προ των πυλών. («Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου» της 03-03-1878 που – ευτυχώς - ήρθη λίγους μήνες αργότερα από την «Συνθήκη τού Βερολίνου»).

               Ο Ίων, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όμως, ως γνήσιο τέκνο τής φυλής του, δεν δίστασε να καταταγεί ως εθελοντής στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Κατόπιν, πετυχαίνοντας σε διαγωνισμό, διορίσθηκε ακόλουθος στο Υπουργείο Εξωτερικών και το 1902 τοποθετήθηκε στο Ελληνικό Προξενείο τού Μοναστηρίου. Συνεργάσθηκε με τον πατέρα του (υπουργό και μετέπειτα πρωθυπουργό) Στέφανο Δραγούμη – εκ Βογατσικού Κοζάνης – και με τον γαμπρό του Παύλο Μελά για να σταματήσουν τις δράσεις των Βουλγάρων κομιτατζήδων, οι οποίοι εποφθαλμιούσαν την σκλαβωμένη τότε στους Τούρκους γη της Μακεδονίας. Αργότερα τοποθετήθηκε σε άλλα Προξενεία και το 1907-1908 βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη ως γραμματέας τής εκεί Πρεσβείας, όπου ίδρυσε μαζί με τον αξιωματικό Αθ. Σουλιώτη – Νικολαΐδη την «Οργάνωση της Κωνσταντινουπόλεως» για να συντονίσουν και να ξεσηκώσουν το ελληνικό - και όχι μόνο – στοιχείο τής Μέσης Ανατολής. Μετακινείται και σε άλλες χώρες και παντού προσφέρει έργο σημαντικό και ανοίγει νέους δρόμους (π.χ. ίδρυση του «Εκπαιδευτικού Ομίλου», ενασχόληση με τη μοναδικότητα του Ελληνικού Πολιτισμού κ.ά.). στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο συνόδευε τους επιτελείς Β. Δούσμανη και Ι. Μεταξά στις διαπραγματεύσεις με τον Ταχσίν Πασά για την παράδοση και επιστροφή της Θεσσαλονίκης στην μητέρα πατρίδα Ελλάδα. Το 1915 γίνεται βουλευτής Φλωρίνης με ανεξάρτητο ψηφοδέλτιο. Το 1916 εξέδωσε με τους Γ. Μπούσιο και Αθ. Καραπάνο εβδομαδιαία «Πολιτική Επιθεώρηση». Όλα δε αυτά τα χρόνια, είχε πλούσιο και εξαιρετικό συγγραφικό έργο και καταπιάστηκε με πολλά θέματα. Μάλιστα δεν έγραφε μόνο βιβλία πολιτικού ή φιλοσοφικού περιεχομένου αλλά και λογοτεχνικά με το ψευδώνυμο «Ίδας».

               Τα ανωτέρω είναι ελαχιστότατες ψηφίδες ενός μεγάλου τού Ελληνισμού. Ο εθνικισμός του ήταν τρόπος ζωής. Αλλά και τρόπος θανάτου. Και είναι εξαιτίας τού θανάτου που, όταν αυτός έρθει, δίνεται η σίγουρη απάντηση εάν κάποιος δικαιούται να λέγεται εθνικιστής, να φέρει τον τίτλο – ο οποίος είναι συνάμα παράσημο - τού εθνικιστή. Ο Ίδας, αυτό το παράσημο το έλαβε από την ιστορία δικαίως! Τέλος Ιουλίου του 1920 εγνώσθη στην Αθήνα ότι έγινε απόπειρα δολοφονίας κατά του Βενιζέλου στη Γαλλία. Το τάγμα του Γύπαρη, άγνωστο βάσει ποίου διαταγές, δολοφόνησε τον Ίωνα στους Αμπελόκηπους [εδώ όπου βρισκόμαστε σήμερα αποτίοντας τιμές στον φλογερό αυτόν πατριώτη], ο οποίος θα μπορούσε να ηγηθεί της Ελλάδος και ενδεχομένως να αλλάξει την πορεία της. Διότι και βούληση είχε και ικανότητες. Όμως, ήταν έτοιμος τόσο για τη νίκη όσο και για το θάνατο, διότι, όπως ο ίδιος είχε γράψει: «ο θάνατος θα έλθει στον καιρό του. Δε θα φοβηθεί ο εξαιρετικός να παίξει τη ζωή του τολμηρά, να σκορπίσει τα πλούτη του, ν’ αποκαεί. Ολοένα αυτό κάνει, αλλά δε θα σκοτωθεί ποτέ με το χέρι του. Ας τολμήσουν άλλοι να τον σκοτώσουν. Μα ο χάρος ας έλθει σε ώρα πλούτου της ψυχής του, σε ώρα μουσική και όχι σε ώρα φτώχειας και κακομοιριάς. Ένα μονάχα καταλαβαίνει όμορφο, τον θάνατο του πολεμιστή πάνω στη μάχη». Όλα τα έθετε λοιπόν και τα κατανοούσε στην υπηρεσία του εθνικού σκοπού. Ακόμη και αυτή τη ζωή του. Ήταν, συνεπώς, ένα εξαιρετικό δείγμα Έλληνος, ένα παράδειγμα για τον ζητούμενο ελληνικό τύπο ανθρώπου του μέλλοντος μας.

               [θα μπορούσε να μιλά κάποιος ώρες ακούραστα για τον Ίωνα Δραγούμη]. Ο λόγος [όμως] που – έστω ακροθιγώς – αναφέρθηκαν κάποιοι σταθμοί της ζωής και της δράσης του είναι για να τονισθεί ότι το χάσμα μεταξύ θεωρίας και πράξεως παύει να υπάρχει όταν κάνουμε τη θεωρία πράξη συνειδητή και καθημερινή, επίμονη, κουραστική, ανυποχώρητη, συνεχή, δηλαδή δυνάμει και οιονεί νικηφόρα. Αυτό, είναι ένα απλό αλλά σημαντικότατο μήνυμα για όλους. Από αυτή τη σκέψη ορμώμενος, προβληματίσθηκα εάν πρέπει να αναφερθώ περαιτέρω σε στοιχεία της ζωής και της δράσης του Ίωνος, εάν πρέπει να ενσκήψω σε ιστορικές πηγές για να προσθέσω ίσως μία ψηφίδα του πολυσχιδούς έργου ή του αγώνα του, εάν πρέπει να σταθώ κριτικά σε στοιχεία που θεωρώ πως χρήζουν περαιτέρω εξηγήσεως ή και ερμηνείας, ή, εάν θα θεωρηθεί αμετροέπεια να προσπαθήσω να συνδέσω κάποιες θέσεις του Δραγούμη με το σήμερα και να τις προβάλλω στο αύριο, στο πλαίσιο του κινήματος τού Εθνομελλοντισμού, ενός κινήματος μετάβασης στον Ελληνισμό του μέλλοντος. Η σκέψη ότι ο Ίων Δραγούμης ήταν πρωτοπόρος και δημιουργός – και όχι μόνο – αλλά και αγωνιστής πρώτης γραμμής προσπαθώντας να κάνει πράξη τη θεωρία, μου έδωσε τη δύναμη να επιχειρήσω μια τέτοια προσέγγιση. [Επιλέγησαν μόνο δύο σημεία (από τα πολλά που άφησε παρακαταθήκη) για προσέγγιση λόγω του περιορισμένου χρονοχώρου που έχω στη διάθεσή μου].

               Ο Ίων ήταν Κοινοτιστής και μέσα στον και από τον κοινοτισμό του διοχέτευε τον κοινωνισμό του. Πίστευε στην ανάγκη της αποκεντρώσεως και της κοινοτικής οργανώσεως της τοπικής αυτοδιοικήσεως, την οποία θεωρούσε ως «γνήσιο κύτταρο της ελληνικής κοινωνίας». Στο βιβλίο «Όσοι ζωντανοί» γράφει σχετικώς: «Το γνησιότερο κύτταρο της ελληνικής κοινωνίας μετά την οικογένεια είναι η κοινότης ή ο δήμος. Επί της κοινότητος ως θεμέλιο έπρεπεν εξαρχής να κτισθεί το οικοδόμημα του κράτους και τότε μόνο θα ήτο φυσιολογικώς οργανωμένον κράτος (…) η κοινότης ή ο δήμος, αστικός ή αγροτικός, θα αντιπροσωπεύουν την θέλησιν του λαού περί αυτοδιοικήσεως». Ακριβώς από αυτό το σημείο μπορεί να συνεχίσει στο σήμερα για το αύριο το κίνημα του Εθνομελλοντισμού (δηλαδή της προβολής της ιδέας του Έθνους στο μέλλον ως βασικού συστατικού τού μέλλοντος αυτού), ο οποίος εδράζεται (και) στον Κοινοτισμό και μπορεί να αποτελεί την πολιτική εκδοχή του. Μια νέα πρόταση για αντικατάσταση τού – σε πολλά σημεία αποτυχημένου – Σχεδίου «Καλλικράτης» από ένα νέο σχέδιο «Ίων Δραγούμης», είναι εφικτό. Αυτό ενδεχομένως να σημαίνει ένα νέο εκλογικό σύστημα με δύο ψηφοδέλτια σε κάθε κέντρο Δήμου αλλά τρία σε κάθε κοινότητα: έναν ενιαίο για υποψηφίους δημάρχους (αφού πρώτα συλλέξουν έναν ελάχιστο αριθμό υπογραφών πολιτών που όμως δεν θα δημιουργεί αποκλεισμούς), ένα ενιαίο για δημοτικούς συμβούλους αλλά και ένα ενιαίο με τοπικούς συμβούλους (όμως με αύξηση των από του Σχεδίου «Καλλικράτης» προβλεπομένων μελών, για καλύτερη και ευρύτερη αντιπροσώπευση). Τονίζεται εμφατικά η ανάγκη προεργασίας πριν την εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος ώστε να αποφευχθούν στρεβλώσεις και πολιτικές παρεμβάσεις ξενοκίνητων πολιτικών με θρησκευτικές μειονότητες ή ψευδομειονότητες (που, πάντως, προωθούνται σήμερα με το υπάρχον σύστημα). Ούτως ή άλλως, η πληθυσμιακή ενίσχυση περιοχών που έχουν στοχοποιηθεί από αντεθνικούς κύκλους, είναι επιτακτική και αναγκαία. Επιπλέον, ένα νέο σύστημα «Ίων Δραγούμης», οφείλει να επανασυστήσει τα παλαιά «Συνοικιακά Συμβούλια» για να είναι «το αυτί και το μάτι» στο Δήμο αλλά και του Δήμου στη Γειτονιά. Οι δε Τοπικές Κοινότητες να εκπροσωπούνται υποχρεωτικώς στο Κεντρικό Δημοτικό Συμβούλιο αλλά και στο - διευρυμένο – «Συμβούλιο Διαβούλευσης και Διασύνδεσης» των Κοινοτήτων και να συμμετέχουν στον στρατηγικό σχεδιασμό αναπτύξεως του τόπου. Στο χέρι των κατοίκων κάθε περιοχής είναι να επιλέγουν τους ικανούς, τους άξιους και τους αποτελεσματικούς οραματιστές και όχι ανίκανους ανθρώπους των κομμάτων και των ομαδώσεων (λόμπι) και διεφθαρμένους οι οποίοι συχνάκις προωθούνται. Όμως και χρέος ενός εκάστου είναι  να είναι ενεργός στην κοινωνία του ώστε να μπορεί να διεκδικήσει την εκλογή του (με δυο λόγια: με τα ενιαία ψηφοδέλτια, χρίσματα και κομματάνθρωποι υποχωρούν).

               Σημειώνεται με ένταση πως όταν ομιλούμε για Κοινότητες εννοούμε Κοινότητες Ελλήνων και όχι αλλογενών ποικιλοτρόπως «ελληνοποιημένων». Η υιοθέτηση μιας «θεωρίας ποσοστώσεων» σε κεντρικό επίπεδο διευκολύνει την υποστήριξη της ανωτέρω θέσεως. Επίσης, δεν ομιλούμε για κοινότητες μιας «παγκόσμιας κοινότητας» αλλά για κοινότητες ενός κυρίαρχου Έθνους. Αυτό σημαίνει ότι στις προτεινόμενες κοινότητες (πρέπει να) είναι κοινός τόπος η εθνική συνείδηση, η κοινή ταυτότητα, τα κοινά ήθη, έθιμα, οι συνήθειες και οι παραδόσεις, ο κοινός τόπος και η κοινή γλώσσα, η κοινή πίστη και ιστορία. Συνεπώς δεν πρέπει να επιτρέπεται η αποδόμηση αυτών και εδώ προβάλλει άλλο ένα χρέος μας: η προστασία τους από την επίθεση αλλοιώσεώς τους. Με αυτούς τους όρους και τέτοιες προϋποθέσεις προτείνεται ένα Εθνικό Σχέδιο Αποκεντρώσεως και Ενισχύσεως των Κοινοτήτων. Εδώ βρίσκεται το σημείο οσμώσεως του κοινωνισμού τού Δραγούμη με τον κοινωνισμό στον Εθνομελλοντισμό. Αυτό το σχέδιο απευθύνεται κυρίως: στους ανέργους, στους αστέγους, στους πένητες, στους νεόπτωχους (πρωτίστως ετεροδημότες, αλλά σαφώς όχι μόνον), για μαζική επιστροφή στα χωριά τους (ας προσεχθεί η λέξη «μαζική», διότι επιστροφή ενός ή δυο οικογενειών είναι μια αρχή αλλά δεν δίνει βάθος λύσεων και τη δέουσα προοπτική αναζωογονήσεως). Όμως επιστροφή δεκάδων οικογενειών, ζωντανεύει το χωριό, την κοινότητα, το κύτταρο. Έτσι μπορεί να δοθεί η δυνατότητα παραγωγικής ανασυγκροτήσεως της τοπικής οικονομίας και μάλιστα με άμεση προτεραιότητα υποστηρίξεως και ενισχύσεως. Άλλη θα γίνει οπωροπωλήτρια, άλλος θα ανοίξει το κλειστό καφενείο, άλλος θα γίνει κουρέας, άλλη θα παράγει βιολογικά, φαρμακευτικά, αρωματικά, παραδοσιακά προϊόντα, άλλοι θα ασχοληθούν με τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας, άλλοι με συνεταιρισμούς και την τυποποίηση κτηνοτροφικών και αγροτικών προϊόντων, άλλοι με τον δασικό πλούτο ή τον τουρισμό, όλα βάσει συγκεκριμένων αναγκών κάθε ξεχωριστής κοινότητας. Εάν αυτό δεν καταστεί εφικτό, υπάρχει άλλη πρόταση, επίσης δυναμική: δωρεάν παραχώρηση δημοτικής ή κρατικής γαίας για καλλιέργεια σε κάθε ενδιαφερόμενη οικογένεια (όπου υπάρχουν γαίες) και οικονομική υποστήριξη για την αγορά γεωργικών μηχανημάτων (με βάθος αποσβέσεως του ποσού υποστηρίξεως δεκαετίες και με μηδενικό τόκο ή με διαρκή προσφορά προεκτιμώμενης εργασίας για κοινωνικά έργα στην κοινότητα) θα σημάνει αύξηση της παραγωγής, στήριξη της προσπάθειας μειώσεως του αρνητικού εθνικού ισοζυγίου εισαγωγών – εξαγωγών, ρευστότητα στην αγορά, ανακαίνιση παλαιών οικιών, κοινόχρηστα έργα στην κοινότητα, εμβολιασμός πολιτιστικών και αθλητικών συλλόγων στο χωριό με δυνατότητες προώθησης του έργου τους, εμπόριο και εξαγωγές τοπικών προϊόντων μέσω διαδικτύου, με δυο λόγια αναζωογόνηση του χωριού, μείωση της φτώχειας και της ανεργίας, αύξηση της παραγωγής και της αναπτύξεως, κοινωνική συνοχή, εξακτίνωση και βάθεμα της ενεργούς συμμετοχής στην πολιτική, δηλαδή, τοπική αυτοδιοίκηση και εθνική ανάπτυξη.Εάν μάλιστα τα ανωτέρω συνδυαστούν με Εθνικό Σχέδιο για το Δημογραφικό (π.χ. ελάχιστη φορολογία για Έλληνες τριτέκνους και μηδενική φορολογία για Έλληνες πολυτέκνους που θα ζουν ή θα μετακομίσουν σε συγκεκριμένα – για αρχή - χωριά) τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να είναι εντυπωσιακά.

               Εξετάσαμε πώς κάποιες από τις κοινωνικές ιδέες του Δραγούμη και πιο συγκεκριμένα η παραχώρηση κτημάτων στους κατοίκους που θέλουν να αναζωογονήσουν τις κοινότητες δίνοντάς τους συγχρόνως δικαίωμα στην επιβίωση και στην ευημερία, μπορούν να υλοποιηθούν σήμερα. Επιλέγεται άλλο ένα παράδειγμα δυνατότητας εφαρμογής και επέκτασης μιας άλλης ιδέας του υπέρ της κοινωνίας, υπέρ του κοινού καλού και συγχρόνως υπέρ του Έθνους (διότι Έθνος και κοινό καλό πρέπει να είναι αλληλένδετα και οι όποιες κοινωνικές ομάδες να είναι κοινωνικά αλληλέγγυες): Γράφει στο «Όσοι ζωντανοί»: “To δημόσιον με την περιουσία του πρέπει σιγά - σιγά να αποκτήσει δημόσια κτήρια διά τας διοικητικάς και δικαστικάς υπηρεσίας. Και η όψις τής κρατικής αξιοπρέπειας και η άποψις του οικονομικού συμφέροντος συντρέχουν σε τούτο. Έως τώρα το κράτος έχει εξοδεύσει εις ενοίκια ακατάλληλων για δημόσια γραφεία οικημάτων τόσα χρήματα, όσα θα επαρκούν εις απόκτησιν, τουλάχιστον του διπλασίου αριθμού των αναγκαίων διά το κράτος δημοσίων κτηρίων”. Μήπως και σήμερα δεν είναι έτσι η κατάσταση τόσο στις πρωτεύουσα και συμπρωτεύουσα όσο και στις μεγάλες επαρχιακές πόλεις, έδρες των Δήμων; Μπορούν σήμερα, στο αρμόδιο Υπουργείο, με το πάτημα ενός κουμπιού στον υπολογιστή να δουν το σύνολο των κτηρίων και των οικοπέδων στην επικράτεια ανά νομό και δήμο; Τα τετραγωνικά τους, τους όρους δομήσεως και χρήσεως αυτών; Αν όχι, γιατί ποτέ δεν ολοκληρώθηκε αυτή η εργασία; Αν ναι (επιτρέψτε μου όμως να αμφιβάλλω) γιατί δεν εξορθολογίζουν ανάγκες και χρεώσεις βάσει των αναγκών ανά περιοχή ώστε να γίνει άμεσα οικονομία των σπαταλούμενων χρημάτων των φορολογούμενων; Λέγει ο Ίων – τότε… -: “Να αρχίσει το ταχύτερον η σύνταξις Κτηματολογίου ίνα καταστεί  δυνατή μετά αριθμών τινά ετών η μεταρρύθμισις τής επί της εγγείου προσόδου φορολογίας”. Σήμερα, Εθνικό Κτηματολόγιο ουσιαστικά δεν υπάρχει και κάποιες προσπάθειες που έγιναν δεν ολοκληρώθηκαν. Επιπλέον: μετά το σχέδιο «Καποδίστριας» ακολούθησε το σχέδιο «Καλλικράτης» και οι Δήμοι της Ελλάδος από 1034 έγιναν 325. Αυτό σημαίνει ότι συμπτύχθηκαν ή συνενώθηκαν υπηρεσίες και έμειναν δημόσια κτήρια άδεια ή αναξιοποίητα ή μερικώς χρησιμοποιούμενα. Σε αρκετές περιοχές επεδιώχθη να εξυπηρετούνται καλύτερα οι εντόπιοι, όμως σε πολλές περιοχές αυτό εχρησίμευσε ως δικαιολογία για να υπηρετούν υπάλληλοι με χαλαρή σχέση εργασίας διότι είναι αγαπητοί στη διοίκηση και υπηρετούν τον ψηφοθηρικό στόχο των «ρουσφετλήδων» διοικούντων. Όμως, κάλλιστα λίγοι υπάλληλοι, αξιοκρατικά διορισμένοι, μπορούν να λειτουργούν σε άλλους κατάλληλους κοινοτικούς χώρους αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο σε όλους όσοι οραματίζονται αξιοποίηση των μεγάλων και συχνά ακριβοπληρωμένων κτηρίων να αναπτύξουν δραστηριότητες π.χ. με Δίκτυα Θεματικών Μουσείων με χρήση νέων τεχνολογιών, με πρωτογενή πολιτιστική δημιουργία που θα γίνεται σημείο αναφοράς [π.χ. Μουσείο Εικονογραφημάτων (κόμικς) και Γελοιογραφίας με πανελλήνιες ή πανευρωπαϊκές ή και παγκόσμιες ετήσιες εκδηλώσεις («Φέστιβαλ»)], αυξάνοντας έτσι την επισκεψιμότητα τού τόπου αλλά και τα έσοδα τής περιοχής από σύμπλοκες συντονισμένες δράσεις. Ή, (αναφέρω ένα άλλο παράδειγμα) λόγω της αναδιάρθρωσης της δομής τού Ελληνικού Στρατού, κάποια στρατόπεδα με σημαντικές κτηριακές εγκαταστάσεις έχουν εγκαταλειφθεί. Θα μπορούσαν να γίνουν διοικητικά κέντρα (π.χ. να στεγαστούν υπηρεσίες τής Αστυνομίας, τής Πυροσβεστικής, τής Ε.Μ.Α.Κ., τού Ε.Κ.Α.Β. κ.ά.) ή και μέρος των – πολλών – κτηρίων να παραχωρείται για τις ασκήσεις των εφέδρων, οι οποίοι σήμερα συχνά ασκούνται στο εξωτερικό πληρώνοντας συνάλλαγμα. Αυτό θα σήμαινε – μεταξύ των άλλων – ενίσχυση της τοπικής οικονομίας λόγω της επισκέψεως αυτών στην πόλη κατά τις εξόδους τους αλλά και λόγω της παραμονής και των καθημερινών εξόδων των πιθανών συνοδών τους για αρκετές ημέρες στις πόλεις υποδοχής. Εύκολα καταλαβαίνει κάποιος πόσα χρήματα θα μπορούσαν να έχουν εξοικονομηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Εάν, για παράδειγμα, ένα επταόροφο κτήριο με δώδεκα γραφεία σε κάθε όροφο, το οποίο στεγάζει την αστυνομία σε επαρχιακή πόλη, στεγαζόταν στα σαφώς κατάλληλα κτήρια του στρατοπέδου που έκλεισε λόγω διαφορετικού σχεδιασμού από το αρμόδιο υπουργείο. Βεβαίως, θα πρέπει να ξεπεραστούν άμεσα και γρήγορα γραφειοκρατικές αγκυλώσεις (π.χ. σε ποιόν φορέα ανήκει το κτήριο), διότι όλα πρέπει να αντιμετωπίζονται σε ενιαίο πλαίσιο εθνικής πολιτικής και να αντιμετωπίζονται επίσης σαν ενιαία εθνική περιουσία. Ή, εν τέλει, εάν αυτό καθίσταται εν τω μεταξύ δύσκολο προς υλοποίηση, τα χρήματα είναι προτιμότερο να δίνονται με μειωμένα ενοίκια από έναν φορέα τού κράτους σε έναν άλλο φορέα του κράτους (και μάλιστα για επενδύσεις σε έργα υποδομής ή σε μηχανήματα για προώθηση έργου και αξιοποίηση σε πραγματικές ανάγκες) απαλλάσσοντας την ελληνική πολιτεία από επιπλέον έξοδα. Αυτή η θέση του Εθνομελλοντισμού είναι – επίσης – συμβατή με τις σημειώσεις, θέσεις και – τρόπον τινά – μόνιμες υποδείξεις τού μεγάλου Ίωνος. Ο Επίχαρμος ο Κώος έλεγε: “Νούς ορά και νούς ακούει”. Ο δικός μας νους οφείλει και να βλέπει και να ακούει αλλά και να δημιουργεί, για τον Ελληνισμό και τους Έλληνες τού παρόντος και τού μέλλοντός μας.

               Θα μπορούσε να γραφούν διδακτορικές διατριβές πάνω στις θέσεις του Δραγούμη, όμως αυτό δεν φαίνεται να αποτελεί προτεραιότητα τής πανεπιστημιακής κοινότητας. Διότι ο Ίων ήταν κοινωνιστής και προοδευτικός και αυτά συνιστούν μέρος του εθνικισμού του. Δηλαδή του μοναδικού αναχώματος σήμερα κατά της επελάσεως τής παγκοσμιοποιήσεως. Συνεπώς, τα – συνειδητώς ή μη – στρατευμένα όργανά τους σε κάθε έπαλξη, επιτελούν με συνέπεια και ζήλο το αντεθνικό τους έργο, μέρος του οποίου είναι και η ρίψη στην αφάνεια μεγάλων Ελλήνων, όπως ο Ίων Δραγούμης ή ο Περικλής Γιαννόπουλος, των οποίων η εξάπλωση των ιδεών τους μπορεί να αφυπνίσει συνειδήσεις και να σταθούν τροχοπέδη στα σχέδια της λεγόμενης «νέας τάξης» αλλά και να οδηγήσει σε νέα πορεία. Άλλως πως, θα ήταν υποχρεωμένοι να παραδεχθούν και δημοσίως αυτό που ήδη μέσα τους ξέρουν – και το νιώθουν αγκάθι – ότι ο Ίων είχε ιδέες επαναστατικές, ιδέες κοινωνικής δικαιοσύνης, ιδέες πρωτότυπες και υλοποιήσιμες για το καλό όλων των μελών της κοινωνίας. Όμως δεν ήταν «κρατιστής» γιατί αποδεχόταν την ατομική πρωτοβουλία και δράση καθώς και την έννοια τής ατομικής ευημερίας. Ήθελε ένα κράτος με ρόλο διακριτό, μερικώς παρεμβατικό με υποστηρικτική κατεύθυνση όπου χρειάζεται, εποπτικό. Σημειώνει σε κείμενό του: “Ευημερία και προκοπή τής κοινωνίας και των ατόμων, όχι όμως δι’ ακράτου και ακρατήτου κρατισμού”(….) (σ. σ. και συνεχίζει σε άλλο σημείο): “Ευημερία και προκοπή τής κοινωνίας και των ατόμων μέσα εις το κράτος, όταν εκ τού κράτους εξαρτάται”. Επίσης, δεν πίστευε στην “πάλη των τάξεων” αλλά ήθελε ένα κράτος το οποίο να μην επιτρέπει την εκμετάλλευση ατόμων, τάξεων ή ομάδων από άλλα άτομα, τάξεις ή ομαδώσεις ή από οιονδήποτε. Ακόμη, πίστευε στην φυλή και ήθελε να αποτρέψει θανατηφόρες ή δύσκολα ιάσιμες αρρώστιες για να μην εκφυλισθεί  η φυλή, οπότε έδινε μεγάλη σημασία στη δημόσια υγεία. Επιπλέον, ήθελε να ενθαρρύνει την ανάπτυξη της μικροαστικής τάξεως. Επιπροσθέτως: ζητούσε την απαλλοτρίωση των μη καλλιεργούμενων κτημάτων υπέρ χωρικών. Περαιτέρω: πρότεινε την δίκαιη κατανομή των βαρών στην φορολογία. Τονίζει στα κείμενά του: “Η επί των ειδών πρώτης ανάγκης έμμεση φορολογία επί της καταναλώσεως να μην είναι πιεστική. Η επί των αντικειμένων γενικής χρήσεως, αλλ’ όχι απαραιτήτων, κάπως βαρυτέρα, η δε επί των ειδών πολυτελείας ακόμη βαρυτέρα”. [Σημειώνεται πως πηγή για τα ανωτέρω υπήρξε το βιβλίο του Δρ. Ιωάννη Χολέβα «Ο Μακεδονολάτρης Ίων Δραγούμης», εκδ. «Πελασγός», ενώ κάποια στοιχεία μεταπλάσθηκαν από το βιβλίο «Ελληνικός Πολιτισμός» των εκδόσεων «Νέα Θέσις»]. Κατόπιν τούτων, είναι ευκόλως κατανοητό γιατί η λεγόμενη «επιστημονική κοινότητα» (πλην εξαιρέσεων) φροντίζει να κρατά στην αφάνεια τον Ίωνα Δραγούμη και όλους όσοι σκέφτονται με τον ίδιο περίπου τρόπο για την Πατρίδα και το Έθνος.

               Εμείς; Τι πρέπει να κάνουμε εμείς; Ποιο το χρέος μας;
               Πρώτον: να συνεχίσουμε να τους τιμούμε και να κρατούμε ζωντανή τη μνήμη τους και το έργο τους. Διότι για τους πατριώτες οι εκδηλώσεις μνήμης είναι συνυφασμένες με δράσεις κι αγώνα ώστε να μπορέσουν να φανούν αντάξιοι των ενδόξων προγόνων τους και – γιατί όχι – να τους ξεπεράσουν.
               Δεύτερον: να στηρίζουμε ποικιλοτρόπως όλους όσοι φρόντισαν και φροντίζουν να κρατούν άσβεστη τη μνήμη τους αλλά και να εξελίσσουμε, εξακτινώνουμε και πολλαπλασιάζουμε την δυναμική (τόσο αυτών ως ατόμων όσο και των εκδηλώσεων). Γιατί το μέλλον δεν το περιμένουμε, το δημιουργούμε!
               Τρίτον: να μελετούμε με κριτικό πνεύμα τα έργα τους και τη ζωή τών μεγάλων του Ελληνισμού και να κάνουμε πράξη και τρόπο ζωής πολλά εξ αυτών. Αυτό σημαίνει: να συμμετέχουμε πάντα και παντού σε κάθε είδους αγώνες για να γίνουν οι ιδέες πράξη από εμάς και τους ερχόμενους. Κι αν σε κάποια επιμέρους σημεία υπάρχουν κάποια στοιχεία που δεν μας βρίσκουν σύμφωνους (συνήθως υπάρχουν), να τα προσεγγίζουμε με αγάπη κι ελεύθερη σκέψη εντάσσοντας τα στο συνολικό έργο, ερμηνεύοντάς τα με βάση το περιβάλλον και τις συνθήκες της εποχής και προσαρμόζοντας τα κατάλληλα στο σήμερα με προοπτική το αύριο.
               Συνελόντι ειπείν: Να πιούμε νερό από την πηγή των μεγάλων του Ελληνισμού. Να πιούμε νερό, πολύ νερό, από την πηγή τού Δραγούμη. Και να ξεδιψάσουμε, κάπως, αλλά και να δώσουμε καθαρό νερό και σε άλλους… και σε άλλους… Και όποιος μπορέσει, να πάρει το βάρος πάνω του, να βαλθεί να ξεπεράσει τον Ίωνα Δραγούμη, γνωρίζοντας όμως ότι το μέλλον του θα ‘ναι μια λευκή στήλη… Η αμοιβή του θα ‘ναι το άχρονο δάκρυ όλων τούτων – κι άλλων πολλών -. Όμως για τους Εθνικιστές, τα δάκρυα έχουν μόνο ένα νόημα: να μαζευτούν σταγόνα – σταγόνα και να γίνουν το κύμα που θα πνίξει ουτιδανούς και προδότες φέρνοντας πάνω στα νερά του την κιβωτό του Ελληνισμού για ένα καλύτερο μέλλον για το Έθνος μας – καλό για όλο τον κόσμο -.
               Δεν ερχόμαστε… Είμαστε ήδη εδώ!


Γ. Σαγιάς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π