Δεν θέλουμε ένα εθνικιστικό κίνημα όπου οι πολίτες θα αδιαφορούν η θα το παρακολουθούν έντρομοι
Και όταν δεν αδιαφορούν να το χρησιμοποιούν σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
Θέλουμε ένα εθνικιστικό κίνημα όπου οι πολίτες θα το θαυμάζουν, θα συμμετέχουν, θα δημιουργούν και θα οραματίζονται ένα καλύτερο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΥΡΙΟ μαζί μας

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

Συνέντευξη Δημήτρη Γκίκα στο Geopolitics Magazine


Συνέντευξη του Δημήτρη Γκίκα στην Γιώτα Χουλιάρα στο Geopolitics Magazine 

Γ.Χ.:Tι προβλέπεται ρητά και κατηγορηματικά με τη Συνθήκη της Λωζάνης;

Δ.Γ.: Η Συνθήκη της Λωζάνης (24 Ιουλίου 1923) καθόρισε τα σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας,
υπογράφηκε με τη συμβολή και των υπολοίπων χωρών που συμμετείχαν στον Πρώτο Παγκόσμιο
Πόλεμο, με ενδιαφέρουσα τη συμμετοχή και της ΕΣΣΔ (που δεν συμμετείχε στην προγενέστερη Συνθήκη των Σεβρών). Με τη συνθήκη αυτή, κατ’ ουσίαν, καταργήθηκε η Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920), η οποία, εξάλλου μόνο τυπικά ίσχυσε. Με βάση, λοιπόν τη Συνθήκη της Λωζάνης:

Ι. Παραχωρήθηκαν τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία (κάτι που είχε ήδη δεχτεί η Τουρκία με τη Συνθήκη με των Σεβρών), αλλά, αυτή τη φορά, δεν υπήρξε πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης (κάτι που απόβαινε εις βάρος των Ελληνικών πληθυσμών του νησιού). Από την άλλη, η Τουρκία ανέκτησε μια λωρίδα γης στα σύνορα με τη Συρία και τη, μέχρι τότε, Διεθνοποιημένη Ζώνη των Στενών του Βοσπόρου, προβλεπόταν όμως η αποστρατικοποίησή τους και η τελική τους κατάληξη με νέα διεθνή σύσκεψη.

ΙΙ. Η Τουρκία ανακτά την Ανατολική Θράκη, τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος (με τον όρο να διαμορφωθεί ευνοϊκό καθεστώς για τους Έλληνες των νησιών), την περιοχή της Σμύρνης (που, με τη Συνθήκη των Σεβρών, θα διοικούνταν από Έλληνα αρμοστή για πέντε χρόνια και μετά θα ακολουθούσε δημοψήφισμα για την τελική απόδοση της περιοχής), ο Πατριάρχης Κων/πόλεως έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη (σημαντική ιδιότητα με θρησκευτικές, πολιτικές και γεωστρατηγικές συνέπειες) και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό νομικό καθεστώς, ελεγχόμενο πλέον από την Τουρκική κυβέρνηση.

ΙΙΙ. Η Τουρκία ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη την επικράτειά της, με αντίστοιχα δικαιώματα στρατιωτικοποίησής της – εκτός της ζώνης των Στενών. Από την άλλη, παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις της για περιοχές που ανήκαν παλαιότερα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενώ υποχρεώθηκε να εγγυηθεί για τα δικαιώματα όλων των μειονοτήτων εντός της επικράτειάς της.

IV. Στη συνθήκη της Λωζάνης προσαρτήθηκε ειδική διμερής συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, η οποία προέβλεπε την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ των δύο χωρών. Η ανταλλαγή στηρίχτηκε όχι στην εθνολογική σύσταση, αλλά στη θρησκευτική ταυτότητα των πληθυσμών. Οι περιοχές που εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή ήταν η Δυτική Θράκη για την Ελλάδα και η ευρύτερη περιοχή της Κωνσταντινούπολης και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος για την Τουρκία. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 1.500.000 Έλληνες που ζούσαν στην Τουρκία (Μικρασιάτες, Θρακιώτες, Πόντιοι, Καραμανλήδες κ.ά.) έφυγαν από τις προγονικές τους εστίες, ενώ περίπου 600.000 Τούρκοι έφυγαν από την Ελλάδα. Επιπλέον, τον ξεριζωμό του Ελληνικού στοιχείου από την Τουρκία ακολούθησαν και πολλοί Αρμένιοι.

Γ.Χ.:Τι αναφέρει η Συνθήκη της Λωζάνης για την Κύπρο;

Δ.Γ. :: Με βάση το άρθρο 23 της Συνθήκης, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλα τα κυριαρχικά της δικαιώματα στην Κύπρο (και κατ’ επέκταση από κάθε μελλοντική της διεκδίκηση).

Γ.Χ.:Ποια η διαφορά της  Συνθήκης της Λωζάνης από την προγενέστερη της Συνθήκη των Σεβρών;

Δ.Γ. :: Η Συνθήκη των  Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) ήταν η συνθήκη θριάμβου της  πολιτικής του Βενιζέλου. Η Ελλάδα κατάφερε να γίνει η χώρα «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Η περιοχή της Σμύρνης θα διοικούνταν από Έλληνα αρμοστή για ένα διάστημα πέντε ετών, μετά το πέρας των οποίων θα διενεργούνταν δημοψήφισμα για την τελική κατάληξη της περιοχής. Η Ανατολική Θράκη μέχρι την Τσαλτάντζα (60 περίπου χιλιόμετρα έξω από την Κωνσταντινούπολη) δόθηκε επίσης στη χώρα μας. Όλα τα νησιά του Αιγαίου (πλην Ρόδου και Καστελόριζου που παραχωρούνταν στην Ιταλία) αποδίδονταν επίσης στην Ελλάδα, ενώ και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα θα παραχωρούνταν, μετά από δημοψήφισμα στην Ελλάδα, όταν η Βρετανία θα έδινε και την Κύπρο στη χώρα μας. Επιπλέον, η Συνθήκη των Σεβρών προέβλεπε παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου στην Ελλάδα (με μυστική συμφωνία Βενιζέλου – Τιπόνι). Επιπλέον σε περίπτωση μη συγκατάθεσης της Οθωμανικής διοίκησης στη συμφωνία, προβλεπόταν η δυνατότητα κατάληψης της περιοχής της Κωνσταντινούπολης από τους Έλληνες. Μέσα σ’ όλα αυτά πρέπει να συνυπολογίσουμε και το γεγονός ότι πολλές περιοχές της Τουρκίας παραχωρούνταν σε Βρετανούς, Γάλλους, Ιταλούς, ενώ άλλες ανεξαρτητοποιούνταν. 
Πρόκειται, λοιπόν για εντελώς διαφορετικές συνθήκες, αφού εκείνη των Σεβρών αποτελούσε όχι μόνο την αρχή του τέλους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και την οριστική διαμέλιση της σημερινήςΤουρκίας. Αντιθέτως, η Συνθήκη της Λωζάνης, εκτός από το γεγονός ότι η Ελλάδα έχασε πολλά από όσα είχε κερδίσει με εκείνη των Σεβρών, η Τουρκία έχανε μεν το γόητρο της Αυτοκρατορίας, διατηρούσε όμως συμπαγές ένα μεγάλο κομμάτι εκτάσεως και τα κυριαρχικά της δικαιώματα σ’ αυτήν.

Γ.Χ.:Μήπως τελικά ο φόβος του Ερντογάν πηγάζει από την μυστική Συνθήκη Sykes-Picot με την οποία ουσιαστικά ξεκίνησε η διαμόρφωση των μετα-Οθωμανικών κρατών της περιοχής. Ποια η γνώμη σας;

Δ.Γ. :: Η συμφωνία Sykes – Picot (Σάικς – Πικό), της 16ης Μαΐου 1916 μεταξύ Μ. Βρετανίας και Γαλλίας ήταν το απαύγασμα της αποικιοκρατικής πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων της εποχής. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Λώρενς της Αραβίας, με βασική αφορμή αυτή τη συνθήκη, η οποία ανακαλύφτηκε σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, θα ξεσηκώσει τους αραβικούς πληθυσμούς κατά των αποικιοκρατών. Η συνθήκη πέρασε από πολλές διελκυστίνδες, συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στη διαμόρφωση των μετά Οθωμανικών κρατών της περιοχής της ευρύτερης Αραβίας και διαμόρφωσε, επίσης, συνθήκες επιρροής των Μεγάλων Δυνάμεων στην περιοχή που φτάνουν ως σήμερα. Ο λόγος;  Οι πλουτοπαραγωγικές πηγές και η γενικότερη σημασία τους στη διαμόρφωση συνοριακών καθεστώτων. Παρότι δεν είμαι γεωστρατηγικός αναλυτής, μπορώ να πω με βάση την Ιστορία και τη γενικότερη θεώρηση του Νεοθωμανισμού που ακολουθεί ο κ. Ερντογάν, ότι ο τελευταίος, μετά και τις δηλώσεις του κ. Richard Haass, προέδρου του Council of Foreign Relations των ΗΠΑ και σχετικών άρθρων των New York Times, φοβάται μια πιθανή αναβίωση της συνθήκης Σάικς – Πικό που θα τον αποκλείει εντελώς από τα Νεοθωμανικά του οράματα και τις απόπειρες πολιτικής και γεωστρατηγικής επιρροής στην ευρύτερη περιοχή. Δεν είναι, λοιπόν τόσο η αμφισβήτηση της Λωζάνης ως συνοριακό καθεστώς με την Ελλάδα, όσο το γεγονός ότι αυτή προβλέπει ξεκάθαρα την κατάργηση κάθε μορφής κυριαρχίας και, άρα, μελλοντικής διεκδίκησης περιοχών που κάποτε ανήκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία.

Γ.Χ. : Ως ιστορικός και εκπαιδευτικός πως πιστεύετε ότι πρέπει να αντιδράει η ελληνική πολιτεία και κοινωνία σε τέτοιου είδους προκλήσεις;

Δ.Γ. : Καταρχήν, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η Συνθήκη της Λωζάνης, μετά το πογκρόμ του Ελληνικού πληθυσμού στην Κωνσταντινούπολη (αλλά και στα νησιά Ίμβρος και Τένεδος) και την κατοχή της Βόρειας Κύπρου από τουρκικά στρατεύματα από το 1974 και εξής, είναι πλέον έωλη.
Ας δεχτούμε, όμως ότι η Συνθήκη, έστω εν μέρει, εξακολουθεί να ισχύει. Ας δεχτούμε, ακόμα ότι η αμφισβήτησή της συνιστά μέρος ενός γεωπολιτικού παιχνιδιού του Ερντογάν που δεν αφορά απαραίτητα τη χώρα μας. Ακόμα κι αν η Ελλάδα, για δικούς της λόγους, δεν επιθυμεί να ανακατευτεί στα γεωστρατηγικά οράματα της Τουρκίας και στις γενικότερες γεωστρατηγικές εξελίξεις  της περιοχής (κακώς κατ’ εμέ, διότι έτσι μένει ες αεί στο περιθώριο), θα έπρεπε, για πολλούς λόγους, να αντιδρά έντονα και σοβαρά σε κάθε τέτοια πρόκληση. Η ίδια η Ιστορία έχει αποδείξει πολλάκις πως, όταν υποχωρείς και ενδίδεις συνεχώς, δεν κερδίζεις ποτέ τίποτε – αντιθέτως, χάνεις. 

Οι τουρκικές προκλήσεις δεν αμφισβητούν μονάχα το status quo της ευρύτερης περιοχής, στην οποία ανήκουμε κι εμείς. Συνιστά ευθεία προσβολή των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Η αδιαφορία των πολιτικών ηγεσιών για τέτοιες προκλήσεις οδηγεί σε απαξίωση των αγώνων που ο λαός μας έχει δώσει κατά καιρούς για την ελευθερία του. Επιπλέον, δεν αντιλαμβάνομαι πώς μπορούμε, υποκριτικά, να μιλάμε για οικονομική – έστω – ανάπτυξη στη χώρα μας, όταν το κράτος εμφανίζει τέτοια αδυναμία να διαχειριστεί  τα εθνικά της θέματα. Πώς, δηλαδή περιμένουμε να πείσουμε επενδυτές ξένους να έρθουν στη χώρα, όταν δίνουμε την εντύπωση ότι είμαστε τόσο αδύναμοι γεωστρατηγικά, δεν διαθέτουμε σοβαρή διπλωματία, είμαστε εξαιρετικά ευάλωτοι, άρα και ασταθείς ως κράτος, σε κάθε ενδεχόμενη εξωτερική απειλή – ακόμα κι όταν αυτή, στην παρούσα φάση, διατυπώνεται με τη μορφή λεκτικών προκλήσεων; Το χειρότερο, τι ακριβώς διδάσκουμε με μια τέτοια ηττοπαθή στάση τα παιδιά μας; Να είναι ενδοτικοί; Να υποχωρούν συνεχώς; Να απαρνούνται την εθνική τους κουλτούρα και παράδοση; Να αγνοούν την Ιστορία μας; Να παραμένουν αδρανείς, αδιάφοροι για τους αγώνες και τις θυσίες των προγόνων μας; Η Ιστορία είναι σπουδαιότατο μάθημα – ίσως γι’ αυτό κυβερνήσεις όπως η σημερινή, η οποία διακατέχεται από διάφορα γελοία ιδεοληπτικά σύνδρομα και ανόητες πολιτικές δεν επιθυμεί την ουσιαστική της ανάπτυξη.

Ο Δρ. Δημήτρης Ε. Γκίκας είναι:
Φιλόλογος, Μ.Α., Διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας & Φιλοσοφίας της Τέχνης, Επιστημονικός Συνεργάτης περιοδικού "Ιστορικά Θέματα" Ειδικός Σύμβουλος σε θέματα Πολιτισμού Δήμου Καλλιθέας


 Σημ: Όποιος θέλει μπορεί να κατεβάσει την συνέντευξη πατώντας εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π