Δεν θέλουμε ένα εθνικιστικό κίνημα όπου οι πολίτες θα αδιαφορούν η θα το παρακολουθούν έντρομοι
Και όταν δεν αδιαφορούν να το χρησιμοποιούν σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
Θέλουμε ένα εθνικιστικό κίνημα όπου οι πολίτες θα το θαυμάζουν, θα συμμετέχουν, θα δημιουργούν και θα οραματίζονται ένα καλύτερο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΥΡΙΟ μαζί μας

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017

Υπό Ορθόδοξη Χριστιανική οπτική (του Γεωργίου Σαγιά)


οι ομιλητές: Σαγιάς - Σπαλιώρας- Νατσιός
Με μεγάλη επιτυχία και ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση της Πρωτοβουλίας Γονέων Λαμίας για τα λεγόμενα "νέα θρησκευτικά" με ομιλητές τους Δρ. Θεολογίας κ. Κ. Σπαλιώρα, τον δάσκαλο -θεολόγο κ. Δ. Νατσιό και τον δάσκαλο με μ.δ.ε. στην ορθόδοξη θεολογία κ. Γ. Σαγιά.  Το "έντυπο προσωρινό υλικό για τον μαθητή, την μαθήτρια" με την ονομασία "Φάκελοι Μαθήματος" χρήζει άμεσης αντικαταστάσεως.

του Γεωργίου Σαγιά, αυτοδιοικητικού,  παιδαγωγού με Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης στην Ορθόδοξη Θεολογία 


«Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος». Αυτή η ρητή επίκληση γίνεται στο Προοίμιο του ισχύοντος Συντάγματος του Ελληνικού Κράτους και αυτή υπάρχει σε όλα τα Συντάγματά του (πλην του 1927).

     Η παρούσα  εισήγηση είναι γραμμένη με αγάπη και διάκριση. Αφορμή της η πρόσκληση ανησυχούντων Ορθοδόξων Χριστιανών να καταθέσω την άποψή μου  για την εξέλιξη της προτεινόμενης διδασκαλίας των Θρησκευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση υπό του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (διά του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής  Πολιτικής). Σκοπός της να καταδειχθεί με νηφαλιότητα, επιχειρήματα και πίστη η αρνητική – σύμφωνα με την Ιεραρχία της Εκκλησίας – φορά και κατεύθυνση που δίδεται στη διδασκαλία του μαθήματος της Θρησκευτικής αγωγής, να δημιουργηθούν χρήσιμοι προβληματισμοί σε κάθε καλόπιστο πολίτη και –εν τέλει- να κατατεθούν επιπλέον σκέψεις ως ψηφίδες στο υπό σχηματισμό ψηφιδωτό μιας πρότασης διαλόγου. Στόχος να υπάρξουν αλλαγές το συντομότερο και επί τα βελτίω για την Ορθοδοξία στα υπό του Υπουργείου προωθούμενα (αφού συγχρόνως  ληφθούν υπ’ όψιν χρήσιμα στοιχεία που έχουν κατατεθεί και αφορούν σε τεχνικές προσέγγισης και παρουσίασης - βλέπε και ιστοσελίδα του Ι.Ε.Π.:http:lep.edu.gr/el/επιμόρφωση –στα νέα προγράμματα- σπουδών).

      Όπως είναι γνωστό τοις πάσι, το Σύνταγμα της Ελλάδος είναι ο θεμελιώδης νόμος επάνω στον οποίο βασίζεται η διαμόρφωση ολόκληρης της νομοθεσίας της Ελλάδος. Δικαιώματα και υποχρεώσεις του πολίτη, οργάνωση και βασικοί κανόνες του ελληνικού κράτους και των θεσμών, εκεί εδράζονται και από εκεί απορρέουν. Αυτό σημαίνει ξεκάθαρα πως, πέρα από ενδεχόμενες προσωπικές διαφοροποιήσεις, σκέψεις και προσεγγίσεις των εκεί γραφομένων, το Σύνταγμα ισχύει απαρέγκλιτα και για όλους. Μπορεί να τροποποιηθεί ή να αλλάξει , όχι κατά το δοκούν αλλά βάσει των προβλεπομένων υπό της συντεταγμένης πολιτείας. Σεβαστές λοιπόν οι όποιες σκέψεις ενός εκάστου εν ελευθερία προσώπου και σκέψεως, χωρίς  αυτό όμως να σημαίνει ότι οι όποιες ιδεολογικές, φιλοσοφικές, πολιτικές ή άλλες σκέψεις μπορούν να καταστρατηγούν το Σύνταγμα και εν τοις πράγμασι να το ακυρώνουν. Τoύτα αναφέρονται διότι στο Άρθρο 3, παράγραφος 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού». Στην ίδια διάταξη του ίδιου άρθρου, αναφέρεται: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας, που γνωρίζει κεφαλή τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό». Είναι λοιπόν ευκόλως κατανοητό από όλους ότι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, δεν είναι μια από πολλές ίδιες (όπως επιδιώκεται να παρουσιαστεί υπό τινών και στα σχολικά βιβλία) αλλά είναι η επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα (γεγονός που υποβαθμίζεται). Επιπλέον, είναι επίσης ευκόλως κατανοητό από όλους ότι γνωρίζει ως κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και όχι οποιονδήποτε μπορεί να θεωρηθεί από κάποιους ως «σοφός» ή «προφήτης» ή «δάσκαλος» (όμως έτσι πλέον παρουσιάζεται).

      
η πρόσκληση για την εκδήλωση
Περαιτέρω, στο Σύνταγμά μας ορίζεται ότι πρέπει να τηρούνται απαρασάλευτα – μεταξύ άλλων – οι ιερές παραδόσεις. Όταν διασαλεύονται οι ιερές παραδόσεις, ελλοχεύει ο κίνδυνος  ακόμη και της προσβολής της θρησκείας. Ανακάτεμα «παραδόσεων» και αυθαίρετη  ερμηνεία μπορεί να προκαλέσουν πνευματική σύγχυση αλλά και αλλοίωση της θρησκευτικής συνείδησης. Δεν πρέπει να ξεφύγει της προσοχής μας ότι στο άρθρο 16, παράγραφος 2 του Συντάγματός μας, η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει ως σκοπό –μεταξύ άλλων- «… την ανάπτυξη της εθνικής  και θρησκευτικής συνείδησης …» και μάλιστα «… την ανάπτυξη σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό (…) της θρησκευτικής συνείδησης των Ελληνοπαίδων σύμφωνα με τις αρχές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος». Αυτό προκύπτει από σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) και αναφέρεται στο κείμενο «Το μάθημα των Θρησκευτικών και η Νομολογία των Δικαστηρίων μας» του Αντεισαγγελέως Εφετών Αθηνών Παναγιώτη Σ. Παναγιωτόπουλου (στον ιστότοπο ROMFEA.GR). Η φράση «σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό» μπορεί να ερμηνευτεί και ποσοτικώς και ποιοτικώς. Το ποσοτικό μέγεθος σημαίνει και ικανό αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως (όμως, έχουμε μείωση ωρών διδασκαλίας, π.χ. στην Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού από δύο ώρες σε μία). Το ποιοτικό μέγεθος σημαίνει διδασκαλία σύμφωνα με τις αρχές της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκείας ( Ν. 1566/1985: «Σκοπός της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι (….) να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης»  (άρθρο 11) και «Να συνειδητοποιούν την βαθύτερη σημασία του ορθόδοξου χριστιανικού ήθους» (άρθρο 6, παράγραφος 2). Υπήρξαν μάλιστα  ενστάσεις από την Ιεραρχία της Εκκλησίας και τον ίδιο τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο, για το περιεχόμενο, την δομή και την ανάπτυξη των βιβλίων και για το κατά πόσο υλοποιούν τα ανωτέρω, ο οποίος μάλιστα  τόνισε – μεταξύ άλλων  - σε επιστολή του στις 27/09/2016 προς τον Πρόεδρο της Κυβερνήσεως και τους Προέδρους των Κοινοβουλευτικών Ομάδων για τα τότε τεκταινόμενα (και αρκετά εξ αυτών ήδη υφιστάμενα): «Το μάθημα των Θρησκευτικών (…) προσπαθεί με σαφή πολιτικά κριτήρια, να κατηχήσει και να στρατεύσει τους μαθητές σε μια εκκοσμικευμένη στάση απέναντι στο θρησκευτικό φαινόμενο. Παράλληλα συντηρεί μια θεολογικά ρηχή προσέγγιση της  Ορθοδόξου  Εκκλησίας, εκμηδενίζοντας την ιδιαιτερότητα του ορθοδόξου δόγματος και της χριστιανικής παράδοσης, αφού τα καταβιβάζει και τα μελετά στο επίπεδο του απλού ή φιλοσοφικού κινήματος».

       Επειδή μάλιστα επιδιώχθηκε να υπάρξει «διευρυμένη ερμηνεία» στο τι είναι θρησκευτική συνείδηση  (στο πλαίσιο της υποστηρίξεως του εγχειρήματος του Υπουργείου υπό πολιτικών, δημοσιογράφων και πολιτών τινών, πρέπει να  ειπωθούν με σαφήνεια και καθαρότητα τα εξής: στο Σύνταγμα της Ελλάδος, κατοχυρώνεται το ατομικό δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας (Άρθρο 13, παράγραφος 2). Στο άρθρο 16, παράγραφος 2, αναφέρεται η «ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης». Ο καθένας και η καθεμία λοιπόν, μπορούν ελεύθερα να πιστεύουν  ό,τι επιθυμούν (το αν η ελεύθερη εκδήλωση των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων  ενδέχεται να συγκρούεται με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των Χριστιανών, το Σύνταγμα της χώρας, την Ευρωπαϊκή Νομολογία και Νομοθεσία ή και να απειλεί την ειρηνική συνύπαρξη , την τάξη, την ασφάλεια και αυτό καθ’ αυτό το νομικό υπόβαθρο Ελλάδος και Ευρώπης, είναι θέμα άλλης συζητήσεως ειδικοτέρων από εμένα όμως δεν πρέπει να παραβλεβθεί). Κανείς δεν στερεί το δικαίωμα σε οποιονδήποτε να πιστεύει ό,τι κρίνει και ό,τι επιθυμεί. Στο σημείο αυτό όμως χρειάζεται προσοχή: διότι, δίνοντας θολή και ασαφή ερμηνεία στους όρους «θρησκευτική συνείδηση», δημιουργούνται παρανοήσεις και συγχύσεις. Η Απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (299/1988), ξεκαθαρίζει το θέμα αναφέροντας: «… ως θρησκευτική συνείδηση (…) νοείται αυτή που διαμορφώνεται σύμφωνα με την πατροπαράδοτη ορθόδοξη χριστιανική πίστη, την οποία πρεσβεύει η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων και όχι γενικώς η θρησκειολογική συνείδηση, σύμφωνα με την οποία ο ανώριμος μαθητής του δημοτικού σχολείου θα πρέπει να γίνεται κοινωνός όλων ή των κυριότερων θρησκειών ή χριστιανικών δογμάτων, ώστε αυτός και μόνο να επιλέγει, όταν ωριμάσει πνευματικώς , την θρησκεία ή το δόγμα της αρεσκείας του» (βλέπε και Π. Σ. Παναγιωτόπουλος ό.α.). Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι όλοι / όλες όσοι με πράξεις ή και παραλείψεις τους επιχειρούν να θέσουν σε υποδεέστερη θέση ή και να υποβαθμίσουν το μάθημα των θρησκευτικών, φαίνεται πως δεν υλοποιούν  τόσο το πνεύμα όσο και το γράμμα του Συντάγματος, λειτουργούν πέρα από τους νόμους της συντεταγμένης πολιτείας και προκαλούν αναιτίως και αδικαιολογήτως διενέξεις και συγκρουσιακές καταστάσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο μέχρι πρότινος μάθημα των Θρησκευτικών  υπήρχαν και στοιχεία θρησκειολογίας (από ΣΤ’ έως Γ’ Λυκείου), σε χωριστά κεφάλαια, όχι όμως αναμεμειγμένα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Πίστης και παράλληλα παρεχόταν η δυνατότητα απαλλαγής  από το μάθημα για τους μη Ορθοδόξους μαθητές, ενώ υπάρχει και διδάσκεται εναλλακτικά ομολογιακού περιεχομένου μάθημα των θρησκευτικών  για τους Έλληνες Μουσουλμάνους, Εβραίους και Ρωμαιοκαθολικούς, με το οποίο οι ετερόθρησκοι και ετερόδοξοι αυτοί μαθητές, διδάσκονται, ως δικαιούνται, την πίστη των γονέων τους σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο (σ.σ.: στο υπ’ αριθμ.  φ.Β. 2920/13/09/2016 ΦΕΚ, δημοσιεύθηκε η υπ’ αριθμ. Πρωτ. 143575/Δ2/07-09-2016 απόφαση του Υπουργού Π.Ε.Θ. με θέμα «Πρόγραμμα σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο») και το άρθρο 55 παρ.5 του ν. 4386/2016 (τα αναφερόμενα στοιχεία είναι παρμένα από το κείμενο της προσφυγής της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων στο Συμβούλιο της Επικρατείας για τα Θρησκευτικά).

       Οι επιδιωκόμενες αλλαγές λοιπόν εκτιμάται ότι κείνται πέραν του Νόμου και μακράν του Συντάγματος.
Εμβαθύνοντας: επιδιώκεται ριζική αλλαγή στον χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών. Εάν αυτό ακούγεται ως κάτι ασήμαντο, αξίζει να ειπωθεί με άλλα λόγια πως έτσι επιχειρείται η αλλοίωση του χαρακτήρα του, ο οποίος υπάρχει αναλλοίωτος από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους έως σήμερα ως ομολογιακός, δηλαδή διδακτικός της θρησκείας των μαθητών, οι οποίοι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία στην Ελλάδα βαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Με το νέο Πρόγραμμα Σπουδών, φαίνεται πως επιχειρείται η μετατροπή του σε θρησκειολογία και αναμειγνύεται η ορθόδοξη πίστη με δόγματα και θρησκεύματα, οδηγώντας σε στρεβλώσεις ερμηνείας, ασάφειες και σύγχυση (παράλληλες αναφορές ακόμα και από την Γ’ Δημοτικού). Προς επίρρωσιν των ανωτέρω, αναφέρουμε και απόσπασμα επισήμου εγγράφου του ΥΠ.Π.Ε.Θ. το Αρ. Πρωτ. 177291/Δ2 της 20-10-2017 προς την εκπαιδευτική κοινότητα  και κοινοποίηση στο Ι.Ε.Π. με θέμα: «Οδηγίες εφαρμογής των νέων Προγραμμάτων Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών στο Δημοτικό, Γυμνάσιο και στο Λύκειο για το σχολικό έτος 2017-2018» όπου γράφεται – μεταξύ πολλών άλλων – ότι: «Οι Φάκελοι Μαθήματος» (…) αποτελούν έντυπο προσωρινό υλικό για τον μαθητή / την μαθήτρια. Σε κάθε περίπτωση, δεν πρόκειται για εγχειρίδια δοκιμιακού τύπου, τα οποία προσφέρουν στους μαθητές / στις μαθήτριες  έτοιμη τη θρησκευτική γνώση για απομνημόνευση, αλλά συλλογές διδακτικών υλικών συμβάντων τη μεθοδολογία των νέων Π.Σ. (σσ: εδώ υπάρχει ασυνταξία).  Δηλαδή, περιέχουν προτεινόμενες πηγές, στις οποίες μπορούν να στηρίζουν οι εκπαιδευτικοί τις διδακτικές δραστηριότητες του μαθήματος. 

          Επιπροσθέτως, δημιουργείται θρησκευτικός διαχωρισμός εις βάρος των μαθητών που ανήκουν στο Ορθόδοξο Θρησκευτικό Δόγμα, διότι οι μαθητές που ανήκουν σε άλλες θρησκευτικές παραδοχές και ομολογίες, «στη Ρωμαιοκαθολική Ομολογία και στην Ιουδαϊκή Θρησκεία, εξακολουθούν (…) να διδάσκονται το ομολογιακό μάθημα των θρησκευτικών , διαμορφωμένο στη δική τους πίστη, μάλιστα από δασκάλους και καθηγητές τους οποίους προτείνει η Ιερά Σύνοδος της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος (Ι.Σ.Κ.Ι.Ε.)  και το Κεντρικό Συμβούλιο αντίστοιχα. Παρόμοιο προνόμιο δεν παρέχεται στους Ορθοδόξους μαθητές, οι οποίοι στερούνται του συνταγματικού δικαιώματος να διδαχθούν αυτούσια την πίστη τους από το σχολείο, δικαίωμα που απολαμβάνουν  οι ετερόθρησκοι και ετερόδοξοι μαθητές» (σ.σ. προσφυγή της Π.Ε.Θ. στο ΣτΕ) .

     
η κατάμεστη αίθουσα δείχνει και την ανησυχία
των πολιτών και γονέων για το θέμα
Ακόμη στα νέα προγράμματα, παραλείπονται βασικά θέματα πίστεως. Σε σύγκριση με τα (πριν  τα νέα προγράμματα) ισχύοντα βιβλία, το Σύμβολο της Πίστεως απαλείφθηκε εντελώς από το Δημοτικό και το Λύκειο (πλην Α’ Λυκείου, του άρθρου περί εκκλησίας) και παρατίθεται  μόνο στην Α’ Γυμνασίου  (με σύντομη  εισαγωγή για την ιστορία  του αλλά ανερμήνευτο).
 Στο Δημοτικό παραλείπονται επίσης τα κεφάλαια  «Οι αρετές νοθεύουν την αλήθεια» και  «Οι Σύνοδοι της Εκκλησίας» καθώς επίσης και η ιδιαίτερη αναφορά στην Δ’ Οικουμενική Σύνοδο (το όμοιο και από την Γ’ Γυμνασίου) όπου σημειωνόταν η συμβολή της στη διατύπωση του δόγματος ότι ο Θεός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Στο Λύκειο, αγνοήθηκαν τα κεφάλαια που – κατ’ ομολογία πολλών θεολόγων – απασχολούσαν και απασχολούν τους εφήβους οι οποίοι αναζητούν απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν «στις Παραθρησκείες, στη Μαγεία, στο Σατανισμό, τις Σύγχρονες Αιρέσεις, τη Μασονία και τους Μάρτυρες του Ιεχωβά» (σ.σ. τα ανωτέρω στοιχεία όπως και αυτά που ακολουθούν , προέρχονται από το ορθόδοξο περιοδικό «Ο Σωτήρ» τεύχος 2166 / 01/12/2017). «Εκείνη όμως η έλλειψη που είναι απολύτως απαράδεκτη αφορά στο πρόσωπο και στη ζωή του Χριστού. Ενώ υπάρχουν ολόκληρες θεματικές ενότητες με τίτλο ‘Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός’ , οι αναφορές μέσα είναι τόσο φτωχές, που τελικά δίνουν διαστρεβλωμένη εικόνα για τον Θεάνθρωπο: Στην Γ’ Δημοτικού παρουσιάζεται περίπου ως ένας ξένος και κατατρεγμένος μετανάστης και «δάσκαλος που όλοι θαύμαζαν», ενώ σε καμία τάξη του Δημοτικού δεν αναφέρονται τα θαύματά του! Ελάχιστα μόνο θαύματα αναφέρονται στην Β’ Γυμνασίου  (…) . Γενικά αποσιωπάται  οτιδήποτε  μπορεί να κινήσει στους μαθητές έστω και την υποψία ότι ο Χριστός είναι Θεός! Αλλιώς δεν εξηγείται γιατί απουσιάζουν βασικοί σταθμοί της ζωής του  Θεανθρώπου  που συνιστούν  και μεγάλες εορτές. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο δεν υπάρχει πουθενά διδακτική ενότητα για τα Χριστούγεννα, για το μυστήριο δηλαδή της Θείας Ενανθρωπήσεως, ούτε για τη Βάπτιση που σήμανε  τη φανέρωση του Τριαδικού Θεού, ούτε για την ένδοξη Ανάληψη  του Κυρίου, που άνοιξε  τον δρόμο για τη θέωση του ανθρώπου. Παρομοίως στο Γυμνάσιο – Λύκειο δυστυχώς παραγκωνίζεται και η Υπεραγία Θεοτόκος, την οποία  συναντά κανείς μόνο σε μερικές σκόρπιες εικόνες, σε δύο λαογραφικά κείμενα στη Β’ Λυκείου και σε μια παράγραφο στην Α΄ Λυκείου, όπου αναφέρεται ο Ευαγγελισμός της. Ούτε μια διδακτική ενότητα δεν είναι αφιερωμένη στο πρόσωπο που συγκινεί τις καρδιές εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο…»  (από το aktinesblogspot@gmail.com). Η οπτική λοιπόν που έχει επιλεγεί από τους υπευθύνους των νέων προγραμμάτων σπουδών, εκτιμάται ότι θέλει τον Χριστιανισμό στην υπηρεσία του κοινωνισμού και αντί της Χριστοκεντρικότητας προττάσεται η ανθρωποκεντρικότητα.

      Επιπλέον η δομή των νέων προγραμμάτων θρησκευτικών  κρίνεται ως αποσπασματική και στοχευμένα επιλεκτική  (με αρνητικής φοράς συγκριτιστική  επιλεκτικότητα εντός της εννοιοκεντρικότητας), χωρίς ομολογιακή λογική συστηματικότητα και με υπερμεγέθυνση του κριτηρίου του μαθητικού δυναμικού, γεγονός που απαιτεί αυξημένη ετοιμότητα, ιδιαίτερες γνώσεις και θεολογημένους εκπαιδευτικούς. Ο ρόλος τους αυξάνεται αλλά και η ευθύνη τους μεγιστοποιείται. Υιοθετείται η κατά θέματα ανάπτυξη( π.χ. προσευχή, ιερά βιβλία κλπ), την στιγμή που ο μαθητής δεν έχει το γνωστικό υπόβαθρο ώστε να τοποθετήσει τα γεγονότα στο απαραίτητο ιστορικό τους πλαίσιο. Χωρίς αυτό, προκαλείται φτιαχτή ιστορική ασυνέχεια με ενδεχόμενη αλλοίωση της  πραγματικότητας. Κι αυτό διότι η ορθόδοξη πίστη εδράζεται σε γεγονότα – αποκαλύψεις του Θεού τα οποία συμβαίνουν εντός της ιστορίας, σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο στην πορεία του ανθρώπου προς τα έσχατα και τη σωτηρία, συνεπώς δεν πρέπει να ερμηνεύονται  ως ανθρώπινο δημιούργημα, πολιτική άποψη, κοινωνική θεώρηση, φιλοσοφικός λογισμός ή εφήμερο ιδεολόγημα.

      Αξιοσημείωτο  επίσης είναι ότι πέραν όσων θεωρείται ότι μπορεί και να αποκρύπτονται (όπως αναφέρθηκε ανωτέρω), εκτιμάται ότι κάποια σημεία μπορούν να οδηγήσουν σε διαστρεβλώσεις και παραπλανήσεις. Στο βιβλίο της Στ’ Δημοτικού, αυτοί που ελογίζοντο κατά το πάλαι υπό παλαιοτέρων συγγραφέων ως αιρετικοί και χρεώνονταν αντεθνική και αντικοινωνική δράση, πλέον παρουσιάζονται με θετικό τρόπο υπό τον τίτλο «Χριστιανικές Παραδόσεις της χώρας μας». Στα βιβλία του Γυμνασίου, γίνεται σε όλες τις τάξεις λόγος για το Ισλάμ, αποσιωπώνται όμως χαρακτηριστικά σημεία στα οποία όλοι οι μη ισλαμιστές θεωρούνται «άπιστοι» και ως «άπιστοι» ή πρέπει να ασπαστούν  το Ισλάμ ή να κηρυχθεί πόλεμος εναντίον τους και να επιδιωχθεί ο θάνατός τους. Όπως επίσης αποσιωπώνται σημεία όπου η γυναίκα υποτιμάται σαφώς και κατηγορηματικώς  ή σημεία όπου ακυρώνεται ο νομικός πολιτισμός της Ελλάδος, της Ευρώπης και πολλών κρατών παγκοσμίως , διότι το Ισλάμ θεωρείται υπό των Ισλαμιστών υπεράνω όλων. Δηλαδή, δεν δίδεται εξήγηση σε εύλογες καθημερινές απορίες (και) μαθητών για την βία και την τρομοκρατία που δοκιμάζει πλέον – δυστυχώς – όλος ο κόσμος από φανατικούς ισλαμιστές. Στο βιβλίο της Γ’ Δημοτικού, η Παναγία και ο Χριστός , (κεφ. 4, σελ. 64) παρουσιάζονται σαν ινδιάνοι. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι περιφρονείται στα σημεία αυτά η Βυζαντινή Αγιογραφία , ότι παραποιείται η Θεοτόκος και ο Κύριος, ότι εμπαίζεται η Ορθοδοξία. Ίσως αντιτείνει κάποιος ότι επιδιώκεται να δειχθεί η εξάπλωση του Χριστιανισμού. Σε αυτή την περίπτωση, ένα σχετικό διευκρινιστικό σχόλιο θα ήταν αρκετό ή αντί του συγκεκριμένου έργου ενός παπικού να υπάρχει στη θέση του Αγιογραφία και εικόνα από τον Ιερό Ναό της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ ή από το Άγιον Όρος. Τονίζεται ότι η λεγόμενη «κοσμική ζωγραφική» ως επίγεια πραγματικότητα, μπορεί να λειτουργήσει κατά την ταπεινή μου γνώμη ως μέσο του ανθρώπου προς την σωτηρία, όμως συγχρόνως χρειάζεται ορθόδοξη πίστη, μυστηριακή ζωή και αγιοπνευματική χάρη. Χωρίς αυτά, το μέσον μπορεί να λειτουργήσει  σε αντίθετη κατεύθυνση, ως αλυσίδα στα εγκόσμια και τα πάθη της γης. Ενώ η Βυζαντινή θρησκευτική τέχνη, υπερβαίνει τον άνθρωπο και το γήινο και μέσω εξαϋλωμένων και αγιασμένων νηπτικών μορφών μας οδηγεί σε ουράνια κοινωνία και – με προϋποθέσεις αληθινής μετοχής στην μυστηριακή ζωή εν αγίω  πνεύματι – στα έσχατα και στη σωτηρία. Θα μπορούσε να ειπωθεί πως η μεγάλη προβολή του Ιουδαϊσμού , του Ισλαμισμού και του Βουδισμού στα νέα βιβλία, ανακατεύουν τις θρησκείες, μπερδεύουν τους μαθητές, εντέλει οδηγούν σε αυτό που λέγεται Συγκριτισμός και Πανθρησκεία, κλονίζοντας την μία και αληθινή πίστη, τον ένα και αληθινό Τριαδικό Θεό.

      Επεκτείνοντας όλα τα ανωτέρω, χρήσιμο είναι να ακουστεί ότι όλοι εμείς που αγωνιούμε και αγωνιζόμαστε υπέρ της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, παρά το ότι βιώνουμε καθημερινώς και ποικιλοτρόπως μισαλλόδοξα κηρύγματα εις βάρος μας υπό φανατικών, παρ’ ότι διαγιγνώσκουμε μίσος στις αναίτιες και απρόκλητες επιθέσεις που δεχόμαστε, απαντούμε με χριστιανική αγάπη, πνεύμα διαλόγου  και διάθεση αλληλοκατανόησης. Δεν πρέπει όμως τα ανωτέρω να θεωρηθούν  ως άγνοια υφ’ ημών των κινδύνων που ελλοχεύουν από την προσπάθεια  εξωραϊσμού άλλων θρησκειών και μερικής αποσιωπήσεως της ορθοδόξου χριστιανικής αλήθειας. Στους «Φακέλους Μαθήματος» των Θρησκευτικών  που έχουν προωθηθεί στα σχολεία , διαπιστώνεται  από πολλούς ριζική αλλοίωση του μαθήματος. Όμως, αυτό δεν είναι το  - σαφώς αρνητικό -  τέλος μιας απόπειρας αλλά ένα κομβικό σημείο για περαιτέρω αρνητικές  - στο βαθμό που μπορούν να προβλεφθούν – εξελίξεις. Διαχέεται (από την παιδική πλέον ηλικία) η αντίληψη πως «όποιο Θεό και να πιστεύεις είναι το ίδιο, όλοι είχαν σοφούς, προφήτες, δασκάλους, διάλεξε όποιον σε βολεύει», προωθείται δηλαδή ένα θρησκευτικό συνονθύλευμα, μια «πανθρησκεία» . Μέσω δε του συγκριτισμού, υποβιβάζεται η ορθόδοξη χριστιανική αλήθεια και δίπλα της συμπαρατίθενται «άλλες αλήθειες» και επιχειρείται να προωθηθεί η άποψη ότι όλα αυτά μαζί είναι σχεδόν ταυτόσημα και ανεκτά. Δηλαδή, το πολυθρησκειακό αυτό πρόγραμμα, επιφέρει σύγχυση στους μαθητές, υποβοηθεί την θρησκευτική (αντορθόδοξη) προπαγάνδα (ποικιλοτρόπως κινουμένη) και εκτιμάται ότι μπορεί να λειτουργήσει ως προπομπός του μηδενισμού και της αθεϊας. Την ίδια στιγμή κυκλοφορεί ο «Οδηγός Εκπαιδευτικού» ο οποίος θέλει τους εκπαιδευτικούς ουδετερόθρησκους και τους ζητάει  « κατά την εκπαιδευτική διαδικασία να αποστασιοποιούνται κατά το δυνατόν από την θρησκεία στην οποία ενδεχομένως ανήκουν… (σελ. 267)» (στοιχεία παρμένα από το ψήφισμα της ΓΕΧΑ Λαρίσης για το θέμα των θρησκευτικών ). Σχετική με το ανωτέρω  είναι και η ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα αναφορά του Αντιπροέδρου της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φθιώτιδος κ. Νικολάου, επί τη λήξη της 160ής Συνοδικής περιόδου 2016-2017 στις 31 Αυγούστου 2017 ενώπιον  του Μακαριωτάτου αγίου Προέδρου  και των σεβασμιωτάτων αγίων αδελφών  Συνοδικών: «… Η διαρρεύσασα Συνοδική περίοδος είχε τον κλήρο να αντιμετωπίσει σωρεία προβλημάτων  (…) ανατροπές καθιερωμένων πνευματικών δομών και μεταλλαγής προαιωνίων  αρχών , με απώτερο σκοπό την επιβολήν και εις την Ορθόδοξον Ελλάδα ουδετεροθρήσκου κράτους, με την δικαιολογίαν προστασίας των θρησκευτικών μειονοτήτων (…) και την αποδυνάμωσιν της κρατούσης Εκκλησίας και την περιθωριοποίησην αυτής (…) . Εις το πολύπλοκον ζήτημα του μαθήματος των θρησκευτικών με την εκ μέρους της Πολιτείας επιβολήν πολυθρησκειακής και συγκριτιστικής δομής προγραμμάτων».

       Συνελόντι ειπείν: Οι «Φάκελοι Μαθήματος» (έντυπο προσωρινό υλικό στα Θρησκευτικά ) οι οποίοι  προωθήθηκαν αρμοδίως σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, εκτιμάται ότι: 1. Κείνται μακράν του Συντάγματος, 2. Κινούνται πέραν του Νόμου, 3. Δημιουργούν θρησκευτικό διαχωρισμό εις βάρος των μαθητών που ανήκουν στο Ορθόδοξο Χριστιανικό Δόγμα, 4. Παραλείπουν βασικά θέματα πίστεως, 5. Έχουν αποσπασματική δομή, στοχευμένα επιλεκτική χωρίς λογική ομολογιακή συστηματικότητα, 6) Ενδέχεται να οδηγούν σε διαστρεβλώσεις και παραπλανήσεις.

     Για τους λόγους αυτούς, ζητείται να συγγραφούν άμεσα νέα βιβλία με βάση τον ισχύοντα Νόμο 1566/85 που ορίζει  - μεταξύ άλλων – για τους μαθητές: «… και να διακατέχονται  από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της  ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Η ελευθερία της θρησκευτικής τους συνείδησης είναι απαραβίαστη». Τα προαναφερθέντα στοιχεία – και πολλά άλλα – που καταθέτει στον διάλογο η Ιεραρχία της Εκκλησίας, η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, φωτισμένοι ιερείς και απλοί πολίτες, θεωρούμε ότι  πρέπει να ληφθούν σοβαρότατα υπ’ όψιν υπό των αρμοδίων του Υπουργείου Π.Ε.Θ. .
    Κάνουμε έκκληση προς τον Μακαριώτατο  Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο  και την σεπτή Ιεραρχία της Εκκλησίας μας να μπουν φραγμός στα σχέδια της απορθοδοξοποίησης των μαθητών των σχολείων  και της κοινωνίας γενικότερα, αντιστεκόμενοι στην πανθρησκεία και στους προωθητές της προτείνοντας τον Λόγο του Θεού.

    Με την δύναμη του Θεού, θα τα καταφέρουμε!

το ανωτέρω κείμενο εκφωνήθηκε από τον συν. Σαγιά στην εκδήλωση της Δευτέρας που είχε ως θέμα:Τα νέα θρησκευτικά στα σχολεία 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π